Άβουλοι και μοιραίοι, μέχρι πότε;
Άβουλοι και μοιραίοι, μέχρι πότε;
Όπως στη ζωή, έτσι και στην πολιτική υπάρχουν οριακές περίοδοι, η διαχείριση των οποίων είναι ιδιαίτερα κρίσιμη, αφού απ” αυτήν εξαρτάται η τελική έκβαση των πραγμάτων.
Σε μια τέτοια φάση βρίσκεται τώρα η χώρα μας. Βρίσκεται λίγο πριν την ισοηλεκτρική γραμμή. Προσεγγίζει το σημείο μηδέν. Βρίσκεται στην εντατική και η θεραπεία πρέπει να είναι άμεση. Συνεπώς απαιτείται δράση, εδώ και τώρα. Δεν έχουμε άλλα περιθώρια για αναβολές, μεμψιμοιρίες, ανέξοδες κριτικές, αναζήτηση ή αποποίηση ευθυνών. Πολύ περισσότερο βεβαίως, δεν έχουμε την πολυτέλεια των πειραματισμών. Η συνταγή που πρέπει να ακολουθήσουμε για να επιτύχουμε τη θεραπεία είναι υποχρεωτική, προκειμένου να έχουμε τη δική μας δημιουργική συμβολή στην υπέρβαση των μεγάλων αδιεξόδων.
Η κυβέρνηση είχε την τόλμη να πει την αλήθεια στον ελληνικό λαό. Υπέγραψε το μνημόνιο, προκειμένου να πετύχει τη σωτηρία της χώρας. Προσβλέποντας στη δημοσιονομική εξυγίανση, επένδυσε πολλά σ” αυτό. Παράλληλα, δεν δίστασε εξ ανάγκης, να πάρει σκληρά και επώδυνα μέτρα, ενίοτε και κοινωνικά άδικα. Χαρακτηριστική, η οριζόντια μείωση των μισθών και συντάξεων.
Σήμερα, ένα χρόνο μετά, αναμφίβολα έχουν γίνει πολλά θετικά βήματα, ιδιαίτερα στη μείωση του ελλείμματος. Όμως είναι πλέον φανερό πως τα μέτρα δεν φέρνουν, με τον αναγκαίο ρυθμό, τα αναμενόμενα και επιθυμητά αποτελέσματα. Τα νούμερα δε βγαίνουν. Καίριες πολιτικές προτεραιότητες, όπως η επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης, το σχέδιο αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας και οι αποκρατικοποιήσεις – πάντα με όρους δημοσίου συμφέροντος- δεν τελεσφορούν. Οι στόχοι, ο ένας μετά τον άλλο, χάνονται ή κινδυνεύουν να χαθούν, ενώ το φάντασμα της χρεοκοπίας εξακολουθεί να πλανάται πάνω από τη χώρα.
Σε αυτή τη συγκυρία ουδείς δικαιούται να παρακολουθεί απαθής, αναμένοντας μοιραία και άβουλα ξορκίζοντας το αναπόφευκτο ή αναμένοντας τον από «μηχανής θεό». Φαινόμενα αναποτελεσματικότητας, αρρυθμίας, αντιφάσεων, παλινωδιών και αποσυντονισμού δε συνάδουν με την κρισιμότητα των καιρών. Είναι φαινόμενα εξοστρακιστέα ιδιαίτερα από όσους έχουν κληθεί να λαμβάνουν αποφάσεις.
Πρέπει να αντικρίσουμε κατάματα τη σκληρή πραγματικότητα, χωρίς να στρουθοκαμηλίζουμε και να εθελοτυφλούμε, προκειμένου να την ανατρέψουμε και να δώσουμε ανάσα ζωής και προοπτική στη χώρα μας.
Πρέπει να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων «εφ” ω ετάχθη έκαστος». Ν” αναλάβουμε πρωτοβουλίες, να σχεδιάσουμε, να δράσουμε εγκαταλείποντας τις αμφίσημες και ασαφείς πολιτικές.
Από πολλούς προτείνεται ανασχηματισμός ή αναδόμηση της Κυβέρνησης. Θεωρώ πως αυτό δεν είναι λύση. Απαιτείται ένα εμπεριστατωμένο και αναλυτικό σχέδιο εθνικής επιβίωσης, εξειδικευμένο με συνέπεια ανά τομέα πολιτικής που θα υλοποιηθεί από την Κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας στην οποία θα επιστρατευτούν αποδεκτές από την κοινωνία κορυφαίες προσωπικότητες της πολιτικής και της οικονομίας, που θα συνδυάζουν τη δημοκρατική και κοινωνική ευαισθησία, τη γνώση, την εμπειρία και την ικανότητα να φέρουν σε πέρας το δύσκολο έργο της διάσωσης της πατρίδας. Που θα επίστανται καθημερινά επ” αυτού για την ορθή υλοποίησή του. Που θα μπορούν να συνομιλήσουν ισότιμα με τους Ευρωπαίους εταίρους μας. Που θα μπορούν ν” αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες ευρύτερης κλίμακας. Και βεβαίως θα αντιμετωπίζεται ως κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, από την κοινωνία και τις οργανωμένες δυνάμεις της. Μια κυβέρνηση υπό τον Γιώργο Παπανδρέου, στην οποία θα συνυπάρχουν κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ -ιστορικά και νέα-, αλλά και προσωπικότητες απ” όλο το φάσμα της πολιτικής ζωής.
Ο Γιώργος Παπανδρέου έχει λάβει ισχυρή λαϊκή εντολή. Έχοντας επίγνωση των ιστορικών του ευθυνών, καλείται να σηκώσει ένα τεράστιο ιστορικό βάρος: να αποτρέψει τον κατήφορο της Ελλάδας προς τη χρεοκοπία λαμβάνοντας πρωτοβουλίες εντός και εκτός Ελλάδας, εντός και εκτός ΠΑ.ΣΟ.Κ..
Το εγχείρημα είναι δύσκολο και ως ένα βαθμό, ξεπερνάει τις δυνατότητες της χώρας μας. Ωστόσο με σχέδιο και μέθοδο, με την ενεργοποίηση όλων των δημιουργικών δυνάμεων, με μια στιβαρή διακυβέρνηση, στην οποία θα συμμετέχει ό,τι πιο αξιόλογο, ικανό και αποδεκτό διαθέτει η πολιτική τάξη της χώρας και η ελληνική κοινωνία, μπορούμε να υπερβούμε τον ίδιο μας τον εαυτό, γνωρίζοντας ότι οι θυσίες μας θα πιάσουν τόπο και ότι με αυτόν τον τρόπο θα συμβάλουμε κατά πως θα ‘λεγε και ο ποιητής «στη διατήρηση της ολίγης Ελλάδας που μας απέμεινε».