Αξιοποίηση Ολυμπιακών Έργων
Οι Ολυμπιακοί και οι Παραολυμπιακοί Αγώνες τελείωσαν, τα φώτα έσβησαν. Επιστροφή στα καθ” ημάς. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες που είχαν κατά κοινή ομολογία πολύ μεγάλη επιτυχία και στον αθλητικό και στον οργανωτικό τομέα, επαινέθηκαν από όλη τη διεθνή Κοινότητα. Η Κυβέρνηση και προσωπικά ο Πρωθυπουργός επαίρεται για την επιτυχία τους και την αποδίδει στις προσπάθειες του ελληνικού λαού. Θαρρείς και ο ελληνικός λαός δεν είχε εκλέξει μια κυβέρνηση – αυτή του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – που σχεδίασε, οργάνωσε, υλοποίησε. Η παραδοχή όμως αυτών των πραγμάτων απαιτεί άλλου τύπου πολιτικό ήθος, άλλου τύπου μεγαλοθυμία. Αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα για τη Ν.Δ..
Ακούσαμε κατά καιρούς, ακόμα και στην προολυμπιακή περίοδο και από τον ίδιο τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας σκέψεις και προβληματισμούς κατά πόσο η χώρα μας έπρεπε να οργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες γιατί είχαν – λέει- υψηλό κόστος. Και εδώ υπάρχει η πρώτη πολύ μεγάλη αντίφαση. Από τη μια η Κυβέρνηση καμαρώνει και επαίρεται για την πολύ καλή διεξαγωγή, για την άνοδο του κύρους της χώρας και από την άλλη μεμψιμοιρεί για το υψηλό κόστος που τάχα πήγε πίσω την οικονομία. Από τη μια μεριά μιλάει για εθνική αυτοπεποίθηση και από την άλλη στέλνει τη χώρα στην κηδεμονία και στην επιτήρηση των Οικονομικών Οργάνων της Ε.Ε..
Επαναλαμβάνει μονότονα απόψεις του τύπου «όλα τα καλά οφείλονται στον ελληνικό λαό και όλα τα κακά στο ΠΑΣΟΚ». Ας είναι. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες τελείωσαν, η ίδια η ζωή θέτει ένα αμείλικτο ερώτημα και η Κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη ν” απαντήσει: Τι θα γίνει με τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις; Στην προσπάθειά της η Κυβέρνηση να τεκμηριώσει την όποια πολιτική της, προβαίνει σε δύο αλχημείες.
Πρώτον: Για να μεγιστοποιήσει το κόστος των ολυμπιακών έργων αθροίζει συλλήβδην, αθλητικές εγκαταστάσεις και αναπτυξιακά έργα τα οποία μπορούν να έχουν κοινωνικό όφελος αν αποδοθούν προς χρήση στον ελληνικό λαό. Διότι πολλά εξ” αυτών έχουν μεγάλη χρησιμότητα σε διάφορους κλάδους της οικονομίας και άλλα μπορούν ν” αξιοποιηθούν, προκειμένου να στεγάσουν υπηρεσίες του κράτους. Παράδειγμα, το Ολυμπιακό Χωριό που δόθηκε στους δικαιούχους του ΟΕΚ, το Χωριό Τύπου στην Αμυγδαλέζα που θα στεγάσει τις Σχολές της Αστυνομίας. Ό,τι είχε προβλεφθεί αξιοποιείται. Τα υπόλοιπα αραχνιάζουν.
Η δεύτερη αλχημεία: Ξεχνώντας ότι το ψέμα έχει κοντά πόδια, η Κυβέρνηση κάνει το ίδιο όταν μεγιστοποιεί το κόστος λειτουργίας και συντήρησης των αμιγώς αθλητικών εγκαταστάσεων. Έτσι, ενώ έχει μία ολοκληρωμένη μελέτη από τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού, πρόσφατη – το Νοέμβρη του 2003- ότι το κόστος συντήρησης και λειτουργίας ανέρχεται σε 25 εκατομμύρια € το χρόνο, διοχετεύει ότι ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια με προφανή στόχο να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι εγκαταστάσεις είναι βάρη που πρέπει να τα ξεφορτωθεί το δημόσιο.
Αλήθεια, ετοιμάζεται να τις εκποιήσει; Και εδώ αποκαλύπτεται η βαθιά συντηρητική και αναχρονιστική αντίληψη της Ν.Δ.. Αφαιρεί απολύτως από την αξιολόγηση των αθλητικών έργων ένα βασικό κριτήριο: την κοινωνική χρησιμότητα. Τα αντιμετωπίζει με στενά χρηματοοικονομικά κριτήρια, με μια στείρα οικονομίστικη ή λογιστική αντίληψη, χωρίς ίχνος αναπτυξιακής ή κοινωνικής διάστασης.
Η Ν.Δ. είναι κυβέρνηση της χώρας τους τελευταίους οκτώ μήνες και οφείλει ν” απαντήσει συγκεκριμένα στο αμείλικτο ερώτημα που θέτει ο ελληνικός λαός: Τι θα γίνουν όλα αυτά; Θα καταστραφούν; Στο Πανθεσσαλικό Στάδιο ξηλώθηκαν όλες οι αθλητικές υποδομές. Ευτυχώς που ο Δήμαρχος Ηρακλείου έβαλε μπουλντόζες στην είσοδο του Παγκρητίου, αλλιώς θα διελύετο και αυτό.
Η Κυβέρνηση δείχνει να μην αντιλαμβάνεται ότι είναι υπεύθυνη για τις καταστροφές και τις λεηλασίες που λαμβάνουν χώρα καθημερινά και που ο Τύπος και τα τηλεοπτικά κανάλια προβάλουν κατ” επανάληψη.
Αβίαστα λοιπόν εξάγεται το συμπέρασμα ότι υπάρχει παντελής έλλειψη πολιτικής κατεύθυνσης και θάρρους για τη λήψη συγκεκριμένων αποφάσεων.
Η καθυστέρηση όμως αυτή, καθίσταται καθημερινά καταστροφική. Θ” ανέμενε κανείς, κάτι που θα ήταν συνεπές προς τη συντηρητική φύση της πολιτικής και του κόμματός της Ν.Δ., την επίσημη δημόσια πρόσκληση προς την ιδιωτική πρωτοβουλία. Ούτε αυτό γίνεται όμως.
Υπάρχουν ως παρακαταθήκη από την Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., δύο συγκεκριμένες μελέτες των πανεπιστημίων της Θεσσαλίας και της Αθήνας, για τη μετολυμπιακή χρήση των έργων. Το αρμόδιο υπουργείο θα μπορούσε να καλέσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση, Α” βάθμια και Β” βάθμια και τις αθλητικές Ομοσπονδίες, για να καθορίσει το αύριο των εγκαταστάσεων. Δεν πράττει όμως ούτε το ένα ούτε το άλλο.
»Κυβερνάν είναι το επιλέγει» έλεγε ο Αριστοτέλης. Κάθε επιλογή έχει αποτελέσματα, πολιτικό όφελος ή κόστος. Η απραξία μόνο κόστος έχει και το οποίο δυστυχώς, θα πληρώσει ο ελληνικός λαός.
Ήταν εύκολη η κριτική για την καθυστέρηση ή για την υποτιθέμενη αύξηση του κόστους. Η καταστροφή των εγκαταστάσεων, η καθυστέρηση στην αξιοποίησή τους, βαρύνει αποκλειστικά τη Ν.Δ..
Μία μόνο λύση υπάρχει. Οι ανοικτές διαδικασίες και ο εποικοδομητικός διάλογος, με στόχο την αξιοποίηση των έργων προς όφελος του ελληνικού λαού.
Ο κάτοικος της Νίκαιας, ο κάτοικος της Β” Πειραιά, που είδε την προηγούμενη κυβέρνηση να επενδύει 40 δις δρχ. για τη δημιουργία του μεγάρου της Άρσης Βαρών και για τη διαμόρφωση των γύρω χώρων έχει την απαίτηση, αυτή η επένδυση να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του. Η κ. Πετραλιά, όπως απάντησε σε επερώτηση στη Βουλή, δεν έχει να προτείνει τίποτα γι” αυτό. Το μόνο που ανέφερε είναι ότι υπάρχει πρόβλημα πρόσβασης στο χώρο – θαρρείς και δεν διεξήχθησαν Ολυμπιακοί Αγώνες στο Σπίτι της άρσης βαρών – και ότι συζητά με το Δήμαρχο Νίκαιας. Τι συζητούν άραγε ερήμην της ελληνικής κοινωνίας και πότε η συζήτηση θα καταλήξει σε αποτέλεσμα;
Εν κατακλείδι, το μόνο που έχουμε να περιμένουμε είναι το «τέλος» αυτών των συζητήσεων, οι οποίες θα είχαν καταλήξει σε αποτέλεσμα, αν το Υπουργείο είχε προγραμματισμό και στόχο. Αυτό όμως θ” αποτελούσε έκπληξη και εκτροχιασμό από την κυβερνητική γραμμή η οποία τόσο καιρό δεν έχει δώσει δείγματα προγραμματισμού και εφαρμογής πολιτικής.