• Κοινωνικός Προϋπολογισμός 2005

    Ο κοινωνικός προϋπολογισμός κατατίθεται από τον Υπουργό Απασχόλησης και Κοινωνικής προστασίας κάθε χρόνο και συζητιέται στη Βουλή όπως προβλέπεται από το νόμο 2084/92. Περιλαμβάνει τα ποσά που θα διατεθούν από το κράτος για κοινωνική προστασία. Δηλαδή για ασφάλιση, υγεία, πρόνοια καθώς και τους ίδιους πόρους έσοδα και δαπάνες των ασφαλιστικών οργανισμών. Και αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν ο προϋπολογισμός του 2005 να συζητιέται λίγες μέρες πριν το τέλος του συγκεκριμένου έτους και όχι πολύ νωρίτερα.

    Είναι αλήθεια ότι και τα προηγούμενα έτη συζητήτο στο τέλος του οικονομικού έτους. Αυτή τη φορά όμως συνέβη το εξής καινοφανές. Ο κοινωνικός προϋπολογισμός κατετέθη μόλις προχθές το βράδυ χωρίς να προηγηθεί συζήτηση, χωρίς να υπάρξει επίσημη παρουσίαση των στοιχείων και σε μειωμένα μάλιστα αντίγραφα.

    Αυτό σημαίνει είτε υποβάθμιση από μεριάς του Υπουργείου για ένα τόσο μεγάλο θέμα είτε έλλειψη προγραμματισμού από μεριάς του ή στη χειρότερη περίπτωση σηματοδοτεί την αναδίπλωση του κράτους και τον περιορισμό των δαπανών κοινωνικής προστασίας. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία κάτι που προκύπτει και λογιστικά και πολιτικά ότι υπάρχει περιορισμός των δαπανών κοινωνικής προστασίας. Και αυτό συμβαίνει σ” ένα περιβάλλον όπου διευρύνεται το χάσμα, όπου διευρύνεται η κοινωνική ανισότητα στη χώρα μας. Όπως αποδεικνύεται από μελέτες της Eurostat αλλά και της Γενικής Γραμματείας της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Ελλάδας.

    Είναι η 1η φορά από το 1993  που σημειώνεται κάμψη σ” όλους τους δείκτες που δείχνουν τις συνθήκες διαβίωσης το ποσοστό του ΑΕΠ για κοινωνικές δαπάνες.

    Αλλά πώς θα μπορούσε να μην είναι έτσι μετά το δημόσιο και διεθνές αυτομαστίγωμα της Κυβέρνησης που έγινε με την δημοσιονομική απογραφή;

    Η συγκεκριμένη πράξη εξέθεσε τη χώρα και έθεσε την οικονομία της υπό επιτήρηση. Αφαίρεσε από την Κυβέρνηση τη δυνατότητα της ήπιας προσαρμογής παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις.

    Η επιτήρηση αυτή εξ” αντικειμένου εξωθεί την Κυβέρνηση σε λήψη μέτρων κατά των μεσαίων και χαμηλών εισοδημάτων. Τα άτομα δηλαδή που έχουν περισσότερη ανάγκη από ένα δίκτυο κοινωνικής προστασίας.

    Κ.Κ.

    Κατ” εξοχήν στην πολιτική οι πράξεις κρίνονται εκ του αποτελέσματός τους. Και η πολιτική της Κυβέρνησης στον τομέα αυτό που τείνει στην κοινωνική αναλγησία φαίνεται πως ξεκινά από το δόγμα της νεοφιλελεύθερης κυρίας Θάτσερ ότι η κοινωνία είναι ανύπαρκτη.

    Σύγχρονο κοινωνικό κράτος νοείται αυτό που έχει ως στόχο τη δημιουργία καλύτερων συνθηκών διαβίωσης για τους πολίτες του. Ο πολίτης δικαιούται και προσδοκά μια διαρκώς βελτιούμενη καθημερινότητα με λιγότερους κινδύνους και περιορισμούς. Με μεγαλύτερη ελευθερία και περισσότερες εγγυήσεις κατοχύρωσης επιπέδου ζωής σε συνθήκες ασφάλειας.

    Η αντιμετώπιση της ανεργίας, η αναδιανομή του εισοδήματος υπέρ των ασθενέστερων τάξεων αλλά και η ανακατανομή του πλούτου υπέρ των φτωχότερων περιοχών όπως και η διεύρυνση ενός συστήματος ασφάλισης είναι αυτά που χαρακτηρίζουν την ιδεολογική και πολιτική ταυτότητα της εκάστοτε κυβερνώσας παράταξης.

    Σήμερα όσο ποτέ άλλοτε η Κυβέρνηση δείχνει τις πραγματικές προθέσεις. Των νεοφιλελεύθερο συνταγών και προβάλει το πραγματικό της πρόσωπο που έρχεται σε άμεση αντίθεση με τις προεκλογικές πολιτικές της εξαγγελίες που δημιούργησαν προσδοκίες αλλά που όμως στην πράξη αποδεικνύεται ότι επρόκειτο για εξαπάτηση.

    Σήμερα βιώνουμε μια γκρίζα πολιτική χωρίς καμία δέσμευση χωρίς προγράμματα και κυρίως χωρίς προοπτική. Και ακόμα χειρότερα βλέπουμε μια στάση που διασφαλίζει την μεγαλύτερη και ταχύτερη κερδοσκοπική δραστηριότητα των ιδιωτικών επιχειρήσεων στο χώρο του ιδιωτικού κράτους.

    Κ.Κ.

    Και μόνο απλή ανάγνωση των στοιχείων της Eurostat για τις δαπάνες κοινωνικής προστασίας σε σχέση με το ΑΕΠ ετησίως, την τελευταία δεκαετία εξάγει αβίαστα το εξής συμπέρασμα. Ότι από το 1993 μέχρι το 2003 οι δαπάνες αυτές αυξάνονται.  Από 22% το 93 στο 27,1% το 2003.

    Η Ελλάδα κατά το 2002 δαπάνησε για πολιτικές κοινωνικής προστασίας 26,6% του ΑΕΠ ετησίως. Συγκλίνοντας αισθητά προς το μέσο κοινοτικό όρο που ήταν 27,1%. Φέτος ο νέος κοινωνικός προϋπολογισμός που μας παρουσιάζετε και ο οποίος αποτελεί συνέχεια του περσινού, τα ποσά που διατίθενται για την κοινωνική προστασία παρουσιάζουν μια στασιμότητα κάνοντας αντιγραφή των προηγούμενων ετών. Στην πραγματικότητα όμως υπάρχει σαφής μείωση των ποσών ακόμα και σε σχέση με πέρυσι.

    Θα σας δώσω έναν πραγματικό αριθμό που βρίσκεται στη σελίδα 21 του κατατεθέντος προϋπολογισμού. Ο προϋπολογισμός για την πρόνοια το 2004 ήταν 720 εκατ.€ και φέτος 695 εκατ.€. αυτό και μόνο το νούμερο δείχνει το πραγματικό σας πρόσωπο και την ομολογία σας ότι δεν υπάρχει η αναμενόμενη ανάπτυξη. Και ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο; Τα χαμηλά κοινωνικοοικονομικά στρώματα  μέσω της μείωσης των κοινωνικών δαπανών.

    Επιστρέφουμε δηλαδή ολοταχώς στην περίοδο 90-93 όπου μειώθηκαν κατά πολύ οι κοινωνικές δαπάνες και στη ζήτημα αυτό της κοινωνικής προστασίας η χώρα μας απομακρύνθηκε κατά 6,5 μονάδες από τον κοινοτικό μέσο όρο.

    Κ.Κ.

    Δεν έχω καμία πρόθεση ν” αμφισβητήσω τη λογιστική επιστήμη. Θα επιθυμούσα όμως να εστιάσω τους λόγους μου στην πολιτική  διάσταση που διαποτίζει την εκάστοτε λογιστική προσέγγιση. Η οποία και αποκαλύπτει την κυρίαρχη πολιτική φιλοσοφία και πράξη του κυβερνώντος κόμματος. Αυτό που καταδεικνύει ο εκάστοτε προϋπολογισμός στο σύνολό του και ο κοινωνικός προϋπολογισμός ειδικότερα είναι  το πώς αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση που τον καταθέτει την κοινωνική πολιτική. Την πολιτική υγείας και πρόνοιας.

    Σήμερα η κοινωνική πολιτική αντιμετωπίζεται ως κατεξοχήν αναπτυξιακή πολιτική.

    Σήμερα η σύγχρονη κοινωνική επιστήμη αποδεικνύει χωρίς αμφισβήτηση ότι η έλλειψη κοινωνικής πολιτικής κοστίζει πολύ σε μια κοινωνία.

    Να σας πω ένα παράδειγμα; Η εξέγερση των γαλλικών προαστίων και το τεράστιο οικονομικό και όχι μόνο κόστος της αποτελεί αναμφίβολα επιβεβαίωση της αλήθειας του ισχυρισμού.

    Κ.Κ.

    Παρακολουθούμε μια πολιτική από μια κυβέρνηση που δε γνωρίζει να υπολογίσει το κόστος της διαταραχής των ειρηνικών εργασιακών σχέσεων και τις επιπτώσεις του όχι μόνο στην οικονομία αλλά και στην κοινωνία γενικότερα. Την πολιτική μιας Κυβέρνησης που δεν αντιλαμβάνεται το κόστος του κοινωνικού αποκλεισμού. Καθώς και το κόστος της διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής.

    Μιας κυβέρνησης που η πολιτική της ταυτίζεται με το κεφάλαιο των πολυεθνικών. Ένα κεφάλαιο, που βεβαίως μπορεί να μεταναστεύει στην ανατολική Ευρώπη, στην Ινδία, στην Κίνα, παντού. Την πολιτική μιας κυβέρνησης που οδηγεί στην ασιατικοποίηση του κόστους εργασίας, στο όνομα του ανταγωνισμού.

    Αυτή η πολιτική οδηγεί στην κατάλυση του κοινωνικού κράτους. Αυτή η Κυβέρνηση είναι ανίκανη να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις ώστε ν” αναπτυχθεί ένας αναπτυξιακός διάλογος· διότι της λείπει η ευαισθησία όχι μόνο όσον αφορά στην κοινωνική της πολιτική αλλά και όσον αφορά στην προάσπιση του εθνικού πλούτου και στην ανάπτυξη ενός εθνικού κεφαλαίου.

    Βέβαια αυτή η παράταξη στο ξεκίνημα της κυβερνητική της καριέρας θέλησε να διεκδικήσει το μεσαίο χώρο, το χώρο του κέντρου με πολλά όμορφα λόγια. Επειδή όμως ήταν μόνο λόγια γρήγορα αποκαλύφθηκε η αλήθεια. Πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά, αφού κανόνας για τη δημοκρατική παράταξη είναι αυτό που διατυπώθηκε από τον αείμνηστο γέρο της Δημοκρατίας. Ότι δηλαδή η δημοκρατία ως πολιτική κοινωνική και οικονομική διάσταση είναι έννοιες ενιαίες και αδιαίρετες.

    Η αποκάλυψη αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πολιτική που περιέγραψα είναι και δεξιά και αδέξια.

    12/12/2005