• Ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση

    Ποια είναι η θέση σας για την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.; Η ένταξη αυτή συμφέρει τη χώρα μας; Πώς κρίνετε τους χειρισμούς της Κυβέρνησης στη Σύνοδο της Ε.Ε.;

    Το ερώτημά σας οφείλει κανείς να το προσεγγίσει από  δύο πλευρές. Η 1η για το αν συμφέρει στρατηγικά τη χώρα μας η ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε.. Και η 2η εάν στην πορεία αυτή μπορούν και πρέπει να λυθούν τα προβλήματα της χώρας μας με τους γείτονες. Βεβαίως τα αποτελέσματα τέτοιων κρίσιμων επιλογών πολλές φορές φαίνονται στο μέλλον. Αφού η δυναμική που αναπτύσσεται καθώς και η εξέλιξη συναφών θεμάτων δε μπορούν να προσδιοριστούν με ακρίβεια από τώρα. Γι” αυτό και η εξωτερική πολιτική μιας χώρας οφείλει να είναι σταθερή και διαχρονική. Να διακρίνεται από στρατηγικούς στόχους και ενδιάμεσα βήματα.

    Πάγια θέση της χώρας μας τα τελευταία χρόνια που χαρακτηριστικά διατυπώθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου είναι ότι «η Ελλάδα δε διεκδικεί τίποτα αλλά και δε παραχωρεί τίποτα». Και ότι η μόνη εκκρεμότητα  είναι ο διακανονισμός της υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο.

    Όσον αφορά την 1η προσέγγιση, εκτιμώ ότι έχουμε συμφέρον σα χώρα οι γείτονές μας να είναι ενταγμένοι στην ίδια ευρωπαϊκή οικογένεια με εμάς, η δε πολιτική τους να διαπνέεται από τις αρχές του πολιτισμού και του σεβασμού των αρχών της Ε.Ε.. Να μην έχουμε στη γειτονιά μας μια επιθετική και αστάθμητη Τουρκία που κατά καιρούς εγείρει παράλογες απαιτήσεις και επιδεικνύει προκλητικές συμπεριφορές. Αντιλαμβάνεστε τις συνέπειες της μείωσης των εξοπλισμών στην οικονομία της χώρας μας. Όπως επίσης και τις καινούργιες προοπτικές που θα άνοιγε για τη χώρα μας η αναίρεση του μόνιμου προβλήματος της κακής γειτονίας. Υπάρχει βέβαια και μια άλλη παράμετρος που πρέπει να συνυπολογιστεί και αφορά τις μετακινήσεις πληθυσμών στα πλαίσια της Ε.Ε., καθώς και τις επιπτώσεις που θα έχει αυτή η ένταξη στην αγροτική οικονομία και στην εν γένει οικονομία της χώρας μας. Είναι ένα ζήτημα που θέλει ανάλυση. Η πρόσφατη όμως και παλαιότερη ιστορία της χώρας μας, μας πείθει ότι οι Έλληνες  όταν συμπεριφέρονται με εξωστρέφεια και δυναμισμό, μεγαλουργούν πολιτικά, οικονομικά και πολιτιστικά.

    Όσον αφορά τη 2η προσέγγιση νομίζω ότι χάσαμε μια πολύ σημαντική ευκαιρία. Χάσαμε μια σημαντική μάχη. Όπως είπε ο Γ. Παπανδρέου χάσαμε μια μάχη που όμως δε τη δώσαμε ποτέ. Η Τουρκία  ήθελε διακαώς να πάρει ημερομηνία ένταξης. Από τη Σύνοδο κορυφής στο Ελσίνκι το 1999, η κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., είχε βάλει σαν όρο και είχε γίνει δεκτός από την Ε.Ε. ότι προαπαιτούμενο για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας είναι «η επίλυση των ενδονατοϊκών διαφορών ή η προσφυγή στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης». Δυστυχώς αυτό το προαπαιτούμενο εγκαταλείφθηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή. Θεωρώ ότι αυτό αποτελεί υποχώρηση από τα εθνικά μας δικαιώματα. Μόνοι μας ακυρώνουμε τις υποχρεώσεις της Τουρκίας πριν καν τελειώσουν οι διαπραγματεύσεις. Ευτυχώς η ίδια η Ε.Ε. διατήρησε το συστηματικό έλεγχο του Συμβουλίου σε θέματα  που αφορούν την εξέλιξη των σχέσεών της με την Τουρκία και που αφορούν καίρια τη χώρα μας. Οι δυο μεγάλες υποχωρήσεις συνίστανται. Στο ότι δε μπήκε συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα στην επίλυση των διαφορών  μας με την Τουρκία, διότι δε το ζητήσαμε. Και 2ο ότι η παραπομπή στο δικαστήριο της Χάγης να μην είναι υποχρεωτική. Σε ότι αφορά το Κυπριακό ούτε το αυτονόητο της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν καταφέραμε. Για όλ” αυτά πιστεύω ότι χάσαμε μια σημαντική ευκαιρία και μάλιστα αυτοβούλως. Αφού δε χρησιμοποιήσαμε τον μοναδικό μοχλό πίεσης ώστε η Τουρκία ν” αποσύρει τις διεκδικήσεις της τώρα που το είχε ανάγκη.

    Η κυβέρνηση οφείλει να κατανοήσει άμεσα το λάθος της  και να μη χαράζει πολιτική με βάση τις προσωπικές σχέσεις Καραμανλή-Ερντογάν. Οι μόνες οριστικές λύσεις στις σχέσεις μεταξύ των κρατών είναι οι θεσμικές. Χάσαμε μια σημαντική θεσμική ευκαιρία. Ελπίζω μέχρι τον Οκτώβρη που η Ε.Ε. θα ξαναδεί το θέμα της ημερομηνίας ένταξης η κυβέρνηση επιτέλους να διαπραγματευτεί και να διεκδικήσει σημαντικά πολιτικά ανταλλάγματα.