• Η Λίστα των Κομματικών Μηχανισμών υποκαθιστά τη Λαϊκή Κυριαρχία

    Ασφαλώς το πολιτικό σύστημα χρειάζεται εκσυγχρονισμό.

    Ασφαλώς και χρειάζεται ένας διαρκής διάλογος, από τις πολιτικές δυνάμεις και την κοινωνία προς αυτή την κατεύθυνση.  Ορθά η κυβέρνηση άνοιξε το θέμα που αφορά το παρόν και το μέλλον του πολιτικού συστήματος της χώρας μας. Η άρνηση της Ν.Δ. να συμμετάσχει στο διάλογο αναδεικνύει ιδεολογική ανεπάρκεια και πολιτική ανασφάλεια για το μέλλον της.

    Με επίγνωση της πολιτικής  ευθύνης έναντι του κόμματός μου, στη δράση του οποίου συμμετέχω από την ίδρυσή του, αλλά και  έναντι της κοινωνίας που με τίμησε με το αξίωμα του βουλευτή,  θα καταθέσω επιγραμματικά  αρχές και σκέψεις προκειμένου να συμβάλω στον επιβεβλημένο διάλογο που ήδη ξεκίνησε, εν γνώσει της κρισιμότητας των καιρών.

    Το σχέδιο που έχει καταθέσει η κυβέρνηση κινείται με σωστό προσανατολισμό, αναζητώντας τη χρυσή τομή, μεταξύ αναλογικότητας και δημιουργίας σταθερών κυβερνήσεων, ευνοώντας συγχρόνως τις κυβερνητικές συνεργασίες αρχών μεταξύ των κομμάτων.

    Όσον αφορά τις σκέψεις για ορισμό Βουλευτών με λίστα, δημιουργία Βουλευτών Περιφέρειας – Νομού και διπλές κάλπες έχω να παρατηρήσω τα εξής:

    • 1. Η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο είναι μια βαθιά πολιτική και ιδεολογική διαδικασία που προϋποθέτει σεβασμό στο Σύνταγμα και οφείλει να στοχεύει στη διεύρυνση της λαϊκής κυριαρχίας και της αντιπροσωπευτικότητας του πολιτεύματος.
    • 2. Η αναδιοργάνωση του κομματικού συστήματος κατάκτησης και νομής της εξουσίας, δεν πρέπει να περιλαμβάνεται στις σκέψεις όσων συμμετέχουν σ” αυτό το διάλογο. Αν περιληφθεί θα πρόκειται περί οπισθοδρόμησης και όχι εκσυγχρονισμού.
    • 3. Κανένα άρθρο του εκλογικού νόμου δεν μπορεί να καλλιεργεί την εντύπωση ότι οι κυρίαρχοι κομματικοί μηχανισμοί αποτελούν και ισούνται με την έννοια των πολιτικών δυνάμεων. Ακόμα ότι το κόμμα είναι δυνατόν να υποκαταστήσει την κοινωνία.
    • 4. Είναι γνωστές οι απόψεις, η πρακτική αλλά και η ιστορική εξέλιξη του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» ο οποίος ως γνωστόν αναγόρευε την κομματική γραφειοκρατία σε πολιτική και κοινωνική πρωτοπορία. Αυτές οι προσεγγίσεις δεν έχουν καμία σχέση με τη σημερινή ιστορική πραγματικότητα . Αντιθέτως γίνεται όλο και πιο φανερή η ανάγκη για υπεύθυνη δημοκρατική συμμετοχή από ενεργούς πολίτες.
    • 5. Κανένα μέτρο δεν πρέπει να θέτει σε αμφισβήτηση το σύστημα της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Στην κεντρική πολιτική σκηνή, πρέπει να προσελκύονται πρόσωπα κοινωνικά καταξιωμένα και όχι «κομματικά αρεστά, διαθέσιμα ή δοτά».

    Ήδη με την αναθεώρηση του Συντάγματος, (άρθρα 56, 57) περί ασυμβίβαστου και κωλυμάτων εκλογιμότητας οι βουλευτές τείνουν να μετατραπούν σε μια κατηγορία επαγγελματιών.

    • 6. Ο διορισμός μέσω λίστας των Βουλευτών αναμφίβολα προωθεί τη σταδιακή υποκατάσταση της λαϊκής Κυριαρχίας από τους γραφειοκρατικούς κομματικούς μηχανισμούς και τις διαπλοκές που εκάστοτε θα τους επηρεάζουν.
    • 7. Η βουλή σύμφωνα με το Σύνταγμα είναι ενιαίο όργανο. Οι βουλευτές είναι ισότιμοι και έχουν τους ίδιους ρόλους. Αναφέρονται στα κόμματα τους και δεν συλλέγουν προσωπικές συμπάθειες και επιρροές από άλλους χώρους

     

     

    • 8. Ακρογωνιαίος λίθος του εκλογικού συστήματος της Γερμανίας , μιας Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας, είναι ότι: τα καταστατικά των κομμάτων και οι εσωκομματικές διαδικασίες επιλογής υποψηφίων, τελούν υπό τον έλεγχο και την έγκριση των νόμων του κράτους. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει στη χώρα μας, αντιθέτως τα ελληνικά πολιτικά κόμματα δεν διακρίνονται για τις δημοκρατικές εσωκομματικές διαδικασίες τους.
    • 9. Η αναδιάρθρωση των Περιφερειών της Χώρας, είναι ένα μεγάλο θέμα που δεν πρέπει να συγχέεται πρωθύστερα του εκλογικού νόμου. Η ολοκλήρωση και η εφαρμογή της προηγείται της αλλαγής των εκλογικών περιφερειών. Οι Περιφέρειες δεν νοούνται ως απλά και μονοδιάστατα διοικητικές ενότητες, αλλά αποτελούν γεωγραφική, ιστορική, πολιτική, και πολιτιστική παράδοση και σε αυτά τα πλαίσια αναδεικνύονται οι τοπικές πολιτικές ηγεσίες. Η αυθαίρετη εκ των άνω, χωρίς λαϊκή συμμετοχή αναπροσαρμογή των Περιφερειών, καθιστά την ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ. Τέτοιες αλλαγές δεν μπορούν να γίνονται εξ αφορμής ή επ΄ ευκαιρία άλλων πολιτικών ρυθμίσεων.

    Οι πιο πάνω σκέψεις είναι απαλλαγμένες από την αλαζονεία της πληρότητας και την ύβρη της συναίσθησης ότι είναι θέσφατες . Απλά στοχεύουν, ώστε η πολιτική να γίνει υπόθεση των πολιτών και όχι των επαγγελματιών της Πολιτικής.

  • Ο Απολογισμός μιας … Προαναγγελθείσας Ήττας

    ΕΘΝΟΣ 29-3-04: Έντυπη καταχώρηση «Ο απολογισμός μιας … προαναγγελθείσας ήττας»
    Ο λαός με την ελεύθερη βούλησή του στις πρόσφατες εκλογές απεφάνθη: «ανθ’ ημών Καραμανλής». Η βούληση αυτή, απόλυτα σεβαστή, χρήζει αποκρυπτογράφησης και ερμηνείας. Πρόκειται για μια συντηρητική στροφή του ελληνικού λαού; Είναι ψήφος τιμωρίας; Είναι ψήφος αλλαγής ή απαλλαγής; Σε κάθε περίπτωση η λαϊκή ψήφος αποτελεί θέσφατο αξίωμα. Απ’ αυτή την αφετηρία οφείλουν να ξεκινήσουν οι σκέψεις που θα οδηγήσουν σε ερμηνεία του αποτελέσματος. Έτσι γίνεται στις δημοκρατίες.
    Τα τελευταία χρόνια το ΠΑ.ΣΟ.Κ. οδήγησε την Ελλάδα μπροστά και ψηλά. Πέτυχε στόχους που έμοιαζαν με απλησίαστα όνειρα στο παρελθόν. Πέτυχε την ισχυρή Ελλάδα. Ο πολίτης όμως, δεν αισθάνθηκε συμμέτοχος στους καρπούς της ανάπτυξης. Αισθάνθηκε ξένος σε πολλές πολιτικές, προσωπικές, κυβερνητικές και κομματικές πρακτικές. Με λίγα λόγια, αισθάνθηκε ξένος με αυτού του τύπου τη διακυβέρνηση. Για αυτούς τους λόγους η πορεία μας προς τις εκλογές έμοιαζε με «το χρονικό μιας προαναγγελθείσας ήττας».
    Τμήμα του εκλογικού σώματος αμφισβήτησε την αξιοπιστία του κόμματος και της κυβέρνησης. Η οργάνωση υποκαταστάθηκε από ανταγωνιζόμενους μηχανισμούς διαπλοκής και νομής της εξουσίας, σ’ όλα τα επίπεδα. Ο εκσυγχρονισμός, αναγκαία και διαρκής προϋπόθεση για την πρόοδο κάθε κοινωνίας, δεν απέκτησε συγκεκριμένο περιεχόμενο. Ο ιδεολογικός και πολιτικός διάλογος καταργήθηκε. Η εναλλαγή των προσώπων στην εξουσία αντικαταστάθηκε από τη στασιμότητα. Φαινόμενα αλαζονείας και οίησης βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη. Κάποιες περιορισμένες περιπτώσεις διαφθοράς, μεγιστοποιημένες από την αντιπολίτευση και μερίδα του τύπου, οι οποίες όμως δεν αντιμετωπίστηκαν αποφασιστικά και θαρραλέα, θάμπωσαν και αμαύρωσαν την εικόνα του κυβερνητικού έργου. Δεν είναι τυχαίες οι δημοσκοπήσεις που το 85% των ερωτηθέντων παρότρυναν το Γ.Παπανδρέου «να τ’ αλλάξει όλα».
    Η πολιτική αντιμετωπίστηκε με όρους κρατισμού και εξουσίας. Η κοινωνία απουσίαζε. Ήταν σαν να είχε ξεπεραστεί το πατριωτικό, κοινωνικό και ηθικό ΠΑ.ΣΟ.Κ.. Δημιουργήθηκε η εντύπωση, ότι καταργήθηκαν οι πολιτικές που είχαν καταστήσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. κόμμα κοινωνικής δικαιοσύνης και λαϊκής κυριαρχίας. Σε αυτό συνέτειναν λαθεμένες επιλογές.
    Σε θεσμικό επίπεδο, η ψήφιση του ασυμβίβαστου και ο εκλογικός νόμος, που ευτυχώς απεσύρθη, σχημάτισαν την εικόνα, ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. προωθεί την κυριαρχία των κομματικών μηχανισμών και επιδιώκει να υποκαταστήσει με αυτούς την κοινωνία. Αντί να είναι ένα κόμμα ανοιχτό στην κοινωνία, συγκέντρωνε τη νομή της εξουσίας σε κάποιους λίγους, εκλεκτούς και διαθέσιμους.
    Σε κοινωνικό επίπεδο, οι παλινδρομήσεις μας στη ρύθμιση του ασφαλιστικού ζητήματος, η ανεπιτυχής πολιτική στον αγροτικό τομέα, η διάλυση του συνεταιριστικού κινήματος, η έλλειψη αποτελεσματικότητας σε ζητήματα καθημερινότητας του πολίτη, δημιούργησαν την εικόνα μιας κουρασμένης εξουσίας.
    Υπήρχε αναμφίβολα λαϊκό αίτημα για ανανέωση. Ο Κ.Σημίτης επιδεικνύοντας υψηλό ήθος και παραταξιακή συνείδηση έδωσε τη σκυτάλη στον Γ.Παπανδρέου.Ο βραχύς χρόνος όμως και οι όροι της εναλλαγής δεν έπεισαν μια κρίσιμη μερίδα του εκλογικού σώματος. Αντιθέτως πέρασε η αντίληψη ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. των μηχανισμών χρησιμοποίησε τον Γ.Παπανδρέου ως προμετωπίδα και προσωπείο για να ξαναπάρει την εξουσία.
    «Παπανδρέου» στη λαϊκή μνήμη και συνείδηση σημαίνει : ανένδοτος αγώνας για την προάσπιση και διεύρυνση της δημοκρατίας. Δημιουργία κράτους φιλικού στον πολίτη. Αξιοκρατία. Εθνική αξιοπρέπεια, κοινωνική συνοχή και ευημερία.
    Η προεκλογική καμπάνια δεν επικεντρώθηκε σε αυτές τις ιερές παρακαταθήκες ούτε στην αποδεδειγμένη διεθνή καταξίωση του Γ.Παπανδρέου και στην προτεραιότητα που έδινε στην ανασυγκρότηση του διεθνούς κινήματος ειρήνης(εκεχειρία). Αλλά επικεντρώθηκε σε ένα «ζητούμενο νέο», με έμφαση στα εξωτερικά χαρακτηριστικά.
    Τέλος η αμφίπλευρη διεύρυνση αποδοκιμάστηκε από τους πολίτες, σαν πολιτική και ιδεολογική ασυνέπεια και σαν παράκαμψη του λαϊκού ελέγχου.
    Το 40,6% του ελληνικού λαού, που μας εμπιστεύτηκαν, όπως επίσης και το 1.000.000 των Ελλήνων που εξέλεξαν τον Γ.Παπανδρέου επικεφαλής του ΠΑ.ΣΟ.Κ., δίνουν τη ρητή εντολή να προχωρήσουμε με τόλμη και θάρρος. Από εμάς εξαρτάται η συνέχεια.

  • Εθνικές Παρακαταθήκες και οι Διαχειριστές τους

    Άρθρο Δ.Λιντζέρη για το εκκλησιαστικό ζήτημα
    Εφημερίδα ΕΘΝΟΣ 17/05/2004

    ΕΘΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΟΥΣ

    Η έννοια της Δημοκρατίας, οι Ολυμπιακοί αγώνες, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, συνιστούν προσφορά του Ελληνισμού στην Ανθρωπότητα.
    Η Δημοκρατία ως ιδεώδες, αλλά και ως θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της Πολιτείας, οι Ολυμπιακοί αγώνες ως περιεχόμενο και θεσμός αλλά και το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως θεσμός, ως σύμβολο αλλά και ως λειτουργία, αναδεικνύουν την πολιτισμική μας συνέχεια και φυσιογνωμία και καθορίζουν τη σχέση μας με τον κόσμο. Η προάσπισή τους αποτελεί ιστορική ευθύνη και χρέος κάθε γενιάς Ελλήνων.
    Η ευρωπαϊκή ιστορία, σε σημαντικές ιστορικές περιόδους κρίθηκε από τις σχέσεις Ρώμης και Κωνσταντινούπολης. Η σχέση του Χριστιανισμού με την πολιτισμική ιστορία της Ευρώπης κρίθηκε σε μεγάλο βαθμό από αυτή τη σχέση επίσης. Το ίδιο και οι σχέσεις της Ευρώπης με το Ισλάμ μέχρι και την Άλωση της Πόλης.
    Σήμερα ο θεσμός της Δημοκρατίας, οι αξίες της ισηγορίας, της ισονομίας και της ισοπολιτείας μεταξύ Λαών και Πολιτισμών βρίσκονται σε βαθιά κρίση. Αδιάψευστος μάρτυρας η απαξίωση του ΟΗΕ ως παγκόσμιου θεσμού της Δημοκρατίας.
    Ο θεσμός των Ολυμπιακών αγώνων και της εκεχειρίας, ουσιαστικά θεσμοί ειρηνικής συνάντησης, διαλόγου και ευγενούς άμιλλας δοκιμάζονται αν δεν απαξιώνονται.
    Στην παγκόσμια κρίση που βιώνουμε σήμερα, οι θρησκείες και οι εκκλησίες χρησιμοποιούνται ώστε να βρεθούν στο επίκεντρό της. Σε αυτή τη συγκυρία, εμφανίζεται ως σύγκρουση προσωπικών σχέσεων των Προκαθημένων τους, κρίση στις σχέσεις Οικουμενικού Πατριαρχείου και Ελλαδικής Εκκλησίας. Η κρίση αυτή επηρεάζει τις δυνατότητες και το κύρος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στο σύνολο της. Απειλεί ν’ ακυρώσει τις δυνατότητες και το ρόλο της, προκειμένου να συμμετάσχει, όπως απαιτούν οι καιροί, στον παγκόσμιο διάλογο, στο διάλογο των πολιτισμών, στο διάλογο για την παγκόσμια Ειρήνη.
    Για παράδειγμα, το μέλλον της Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσας του Ισραήλ είτε ως κοινής πρωτεύουσας Ισραηλινών και Παλαιστινίων, είτε ως ιερού χώρου συνύπαρξης όλων των μονοθεϊστικών εκκλησιών, αποτελεί μια σημαντική πτυχή στη μεσανατολική σύγκρουση. Οι εκκλησίες και η μεταξύ τους σχέση αναμφίβολα συμμετέχουν στην αναζητούμενη λύση. Η σύγκρουση στις σχέσεις του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων με το Ισραήλ, που παρατηρήθηκε τον τελευταίο καιρό, ασφαλώς δεν προέκυψε ως θέμα προσωπικών φιλοδοξιών.
    Σε αυτή την παγκόσμια πραγματικότητα, είμαστε υποχρεωμένοι ν’ απαντήσουμε με εθνική και ιστορική ευθύνη:
    Σε τέτοιου επιπέδου παγκόσμιο διάλογο πώς θα συμμετέχει η χώρα μας;
    Στο διάλογο των πολιτισμών έχει θέση η Ορθοδοξία; Και πώς θα συμμετέχει;
    Με ποιους και πόσους εκπροσώπους θα συμμετέχει η Ορθοδοξία στον αναγκαίο διάλογο με το Ισλάμ;
    Στο διάλογο των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών, στα πλαίσια της Ε.Ε. και μάλιστα εν όψη της προσεχούς διεύρυνσης, η Ορθοδοξία θα συμμετέχει ως ασυντόνιστο σύνολο ανταγωνιζόμενων βαλκανικών εκκλησιών ή ως ασώματη Πατριαρχική κεφαλή;
    Σε τέτοια επίπεδα διαλόγου η συμμετοχή της Ορθοδοξίας είτε μ’ ένα Πατριαρχείο που ουσιαστικά θα αποτελεί μια ασώματη και αμφισβητούμενη κεφαλή είτε μ’ ένα ασυντόνιστο σύνολο εθνικών εκκλησιών δεν θα λαμβάνεται σοβαρά υπ΄ όψιν.
    Η σύγκρουση Φαναρίου – Αθηνών κατά συνέπεια δεν πρέπει να ερμηνευθεί και ν’ αντιμετωπιστεί ως σύγκρουση ισχυρών προσωπικοτήτων, όπως πολλοί απλοϊκά την εμφανίζουν, είτε ως σύγκρουση για το παγκάρι όπως πολλοί αποπροσανατολιστικά εκχυδαΐζουν. Οι προεκτάσεις της την καθιστούν υψίστης και καθοριστικής σημασίας, για την Ορθοδοξία και των Ελληνισμό.
    Το πρόβλημα δεν είναι η υστεροφημία ή η φιλοδοξία Πατριαρχών ή Αρχιεπισκόπων. Αυτοί έρχονται και παρέρχονται. Σημασία έχουν οι διαχρονικοί θεσμοί και ο ρόλος τους στην εθνική και παγκόσμια ιστορία.
    Σε κάθε ιστορική συγκυρία και στη σημερινή, ανεξάρτητα από τα πρόσωπα του Οικουμενικού Πατριάρχη και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών, ο Ελληνισμός δεν δικαιούται να υποβαθμίσει το ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ούτε βεβαίως δικαιούται να υποβαθμίσει το ρόλο και το κύρος της Ελλαδικής Εκκλησίας είτε στη σχέση της με το Πατριαρχείο είτε στη σχέση της με τον κόσμο. Παράλληλα, πρέπει να κατανοήσουμε ότι η σύγκρουση δεν αφορά κάποια άνω τελεία, κάποιο κόμμα του κανονικού δικαίου ούτε το παγκάρι μιας επισκοπής.
    Αφορά τα σκληρά παιχνίδια στον αδυσώπητο αγώνα της παγκοσμιοποίησης.
    Αφορά τη συμμετοχή της Ορθοδοξίας στο παγκόσμιο πολιτισμικό γίγνεσθαι.
    Οι εκάστοτε εφήμεροι διαχειριστές των εθνικών μας παρακαταθηκών οφείλουν με επίγνωση της ιστορίας να τοποθετούνται στο παρόν και να υπηρετούν το μέλλον.
    Όποιοι εκλήθησαν να υπηρετήσουν τα Οικουμενικά ιδεώδη είτε της Δημοκρατίας είτε του Ολυμπισμού είτε της Ορθοδοξίας έχουν χρέος να κατανοήσουν ότι το εφήμερο μικροκομματικό κέρδος ή κόστος αλλά και οι προσωπικές φιλοδοξίες δεν τους καταξιώνουν απέναντι στην ιστορία ούτε απέναντι στις επερχόμενες γενιές.
    Η σύγκρουση στους κόλπους των δύο Εκκλησιών δεν είναι δυνατόν να καταστεί βορρά των τηλεοπτικών παραθύρων. Δεν είναι απλοϊκά νομικό ζήτημα. Είναι εθνική υπόθεση με ευρωπαϊκές αλλά και παγκόσμιες προεκτάσεις. Είναι υπόθεση σχέσεων Ανατολής και Δύσης και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπισθεί.
    Τέλος επειδή στις μέρες μας πολλά γίνονται στο όνομα του Θεού, είναι γνωστό ότι σε όλες τις θρησκείες αλλά ιδιαίτερα στο Χριστιανισμό, ασφαλές κριτήριο για τη σχέση του ανθρώπου με το Θείο, θεωρείται μάλλον η ποιότητα της σχέσης του με τον συνάνθρωπο – τα ανθρώπινα – παρά ο βαθμός της ιεροσύνης και της εξουσίας.

  • Κυπριακού Ιστορικά Παραλειπόμενα

    Άρθρο Δ.Λιντζέρη

    Περιοδικό «ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ»

    Κυπριακού Ιστορικά Παραλειπόμενα

    Στις 24 Απριλίου ο κυπριακός ελληνισμός αποφάσισε με συντριπτική πλειοψηφία ν” αρνηθεί το συγκεκριμένο «σχέδιο Ανάν». Αποφάσισε δηλαδή να επιδιώξει τη λύση στο μέλλον. Σκοπός του άρθρου που ακολουθεί είναι να καταστήσει σαφές ότι η ελληνοτουρκική πτυχή του Κυπριακού, αποτελεί την πλέον εμφανή, δεν είναι όμως ούτε η ουσιαστικότερη ούτε η κρισιμότερη. Ανέκαθεν πολλές ελπίδες στηρίχθηκαν στη διεθνή κοινότητα για επίλυση του Κυπριακού. Μια διεθνής κοινότητα όμως η οποία δεν έχει ούτε ενότητα ούτε ταυτότητα συμφερόντων διαχρονικά υφιστάμενων. Η ύψιστη στρατηγική σημασία της γεωγραφικής θέσης της Κύπρου, την καθιστά χώρο διεθνών αντιπαραθέσεων και συγκρούσεων ανά τους αιώνες. Κατά συνέπεια οι λύσεις που προτείνονται, ήταν είτε αποτέλεσμα της δύναμης είτε αποτέλεσμα εύθραυστων ισορροπιών αντιτιθεμένων συμφερόντων.

    Στις τελευταίες δεκαετίες μέχρι και το σχέδιο Ανάν, το Κυπριακό παρουσιάζεται ως ελληνοτουρκικό πρόβλημα. Το πλαίσιο όμως εντός του οποίου πρέπει να συνεξεταστεί αυτή η ελληνοτουρκική πτυχή του Κυπριακού είναι οι  αντιπαραθέσεις και οι συγκρούσεις για την επικυριαρχία στην Μέση Ανατολή. Όπως επίσης και τα διαφορετικά συμφέροντα που είχαν και έχουν στην περιοχή οι ΗΠΑ, η Βρετανία και οι άλλες μεγάλες δυνάμεις της Ε.Ε..

    Πρώτη ιστορική καταγραφή αυτής της σύγκρουσης αποτελεί η διαφορετική στάση της Βρετανίας και των ΗΠΑ στον Α” Παγκόσμιο πόλεμο. Να θυμίσω ότι στον Α” Παγκόσμιο πόλεμο οι ΗΠΑ  κήρυξαν πόλεμο μόνον εναντίον της Γερμανίας και όχι εναντίον της συμμάχου της Γερμανίας, Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επίσης αρνήθηκαν ν” αναγνωρίσουν τις συνθήκες των Βερσαλλιών και των Σεβρών που ουσιαστικά αποτελούσαν συνθήκες διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προς όφελος της Αγγλογαλλικής συμμαχίας. Τότε με αναφορά της συνθήκης στην Κύπρο αναγνωριζόταν και από την Τουρκία η προσάρτηση του Νησιού στη Βρετανία. Την ίδια χρονική περίοδο, η Αγγλογαλλική συμμαχία υποσχέθηκε ανεξαρτησία στους Άραβες. Παρόμοιες υποσχέσεις δόθηκαν και στην Ελλάδα και αφορούσαν την Κύπρο. Ακόμα περιμένουν την υλοποίηση αυτής της υπόσχεσης. Το τέλος του Α” Παγκοσμίου πολέμου δε διασφάλισε τη λύση του Ανατολικού ζητήματος ούτε ένα ευρωπαϊκό σύστημα ισορροπίας ούτε μια βιώσιμη ευρωατλαντική συνεργασία. Την ίδια χρονική περίοδο, οι ΗΠΑ από την πλευρά τους προέβαλαν αντιαποικιακό πρόσωπο στην εξωτερική τους πολιτική, τασσόμενοι υπέρ της αυτοδιάθεσης των λαών. Γνώριζαν βεβαίως τις συμφωνίες του αντιγερμανικού μετώπου για τη νέα κατανομή σφαιρών επιρροής και πετρελαίου.

    Αλλά ούτε και ο Β” Παγκόσμιος πόλεμος δεν έδωσε λύση στο Ανατολικό και Μεσανατολικό πρόβλημα. Η λήξη του ενώ συνοδεύτηκε από τις ελπίδες των λαών για διαρκή ειρήνη εδραίωσε το διπολικό σύστημα και τον ψυχρό πόλεμο. Η αδυναμία της Ευρώπης να διαμορφώσει ένα σύστημα ισορροπίας μετά από δύο παγκόσμιους πολέμους οδήγησε στην κατάρρευσή της. Η σύγκρουση για την επικυριαρχία στη Μέση Ανατολή συνεχίστηκε εντός του δυτικού στρατοπέδου. Παραδείγματα αυτής της ανοιχτής πλέον σύγκρουσης αποτελούν:

    1ο Η στάση των ΗΠΑ στην Αγγλοπερσική κρίση που ξέσπασε με την εθνικοποίηση της ΑγγλοΙρανικής εταιρείας πετρελαίων 1951-1953. Η αμερικανική στάση ήταν άλλοτε ανοχής άλλοτε φιλίας και συμπαράστασης ακόμα και οικονομικής ενίσχυσης στον Πρωθυπουργό των εθνικοποιήσεων των πετρελαίων Μωσαντέκ. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι εθνικοποιήσεις  Μωσαντέκ δεν συμπεριλάμβαναν τις εταιρείες αμερικανικών συμφερόντων. Στη διάρκεια της Αγγλοπερσικής αυτής κρίσης, οι Αγγλικές μονάδες αλεξιπτωτιστών έδρευαν στην Κύπρο.

    2ο Η εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ από το Νάσερ (1956) που οδήγησε σε πόλεμο μεταξύ Αιγύπτου – Ισραήλ και Αιγύπτου – Αγγλογάλλων κατέδειξε τις βαθύτατες διαφορές στρατηγικών μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαίων συμμάχων. Να θυμίσω ότι οι ΗΠΑ με πρότασή τους στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ απαίτησαν από το Ισραήλ ν” αποσυρθεί από τα αιγυπτιακά εδάφη και από τους Αγγλογάλλους να μην επιχειρήσουν ανακατάληψη της εθνικοποιημένης διώρυγας. Και σ” αυτόν τον πόλεμο τα Γαλλικά και Αγγλικά αεροπλάνα εκκινούσαν από την Κύπρο.

    Η Κύπρος αποτελούσε βασικό κρίκο της «Βρετανικής αυτοκρατορικής οδού», της γραμμής Γιβραλτάρ -Μάλτα- Κύπρος-Σουέζ. Ο έλεγχος της Κύπρου τους διατηρούσε ως υπολογίσιμη ευρωπαϊκά και διεθνώς δύναμη , με επιρροή στη Μέση Ανατολή και με σημαντικό ρόλο στον ανταγωνισμό για τα πετρέλαια στην Νοτιανατολική Μεσόγειο.

    Σε αυτό το διεθνές πολιτικό και στρατιωτικό περιβάλλον ξεκινά ο τιτάνιος συνεχής και ακατάβλητος αγώνας των Κυπρίων για εθνική και πολιτική αποκατάσταση. Εκφράζεται με όλα τα μέσα και απευθύνεται στην Ελλάδα, στην Αγγλία, στη Γαλλία στις ΗΠΑ. Το 1952 ο Μακάριος μεταβαίνει στις ΗΠΑ και ζητάει τη βοήθεια τους για αυτοδιάθεση. Το 1953 ο εκπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ δηλώνει « η κυπριακή αίτηση για συζήτηση του κυπριακού στον ΟΗΕ   ενδιαφέρει την Ελλάδα αλλά προς το παρόν η Ελλάδα αποβλέπει σε διμερείς διαπραγματεύσεις με τη Βρετανία για την αντιμετώπιση του προβλήματος»!!

    Μια από τις κωμικοτραγικές στιγμές της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στα Ηνωμένα Έθνη είναι η άρνηση της χώρας μας να συζητήσει ο οργανισμός θέμα με τίτλο «Εφαρμογή υπό την Αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών της αρχής των ίσων δικαιωμάτων και της αυτοδιαθέσεως των λαών εις την περίπτωσιν του λαού της Κύπρου». Ο αγώνας στην Κύπρο εντείνεται και τον Απρίλιο του 1955 κηρύσσεται ο Αγώνας της ΕΟΚΑ. Η Αγγλική κατοχή απαντά με την κήρυξη του Νησιού σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και με την εμπλοκή της Τουρκίας στο Κυπριακό, με πρόσκληση τριμερούς συνάντησης Αγγλίας-Τουρκίας-Ελλάδας στο Λονδίνο να συζητήσουν θέματα ασφάλειας της Μέσης Ανατολής τον Αύγουστο του 1955. Η Τουρκία ανέλαβε σοβαρά το ρόλο της και οργάνωσε τα γνωστά επεισόδια στην Κων/πολη και τη Σμύρνη (Σεπτέμβρη του 55). Η Ελλάδα ρημαγμένη ήδη από τον εμφύλιο είχε περάσει στη δίνη των Ελληνοτουρκικών αντιπαραθέσεων με Αγγλο-Αμερικανική επιδιαιτησία .

    Με την ελπίδα ότι η Ευρώπη επανέρχεται στο ιστορικό προσκήνιο υποχρεούμαστε αλλά και δικαιούμαστε να αγωνιστούμε ως ελληνισμός για μια ευρωπαϊκότερη αν όχι ευρωπαϊκή λύση. Το κυπριακό από την εποχή των Σταυροφοριών μέχρι και σήμερα υπήρξε κυρίως πρόβλημα διεθνών ανταγωνισμών. Η ελληνοτουρκική πτυχή του είναι μια και μόνο πτυχή.

  • Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ 25 – ΕΝΩΣΗ ή ΕΝΟΤΗΤΑ

    Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 13/6/2004

    Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΩΝ 25

    ΕΝΩΣΗ ή ΕΝΟΤΗΤΑ

     

    Το σχέδιο συνθήκης για τη θέσπιση του Συντάγματος της Ευρώπης, έχει σαν προμετωπίδα του προοιμίου του, τη φράση του Θουκυδίδη «χρώμεθα γαρ πολιτεία…». Η φράση αυτή εκφράζει αναγκαιότητα, κατεύθυνση, επιλογή αλλά και κοινή βούληση όλων των Ευρωπαϊκών χωρών που συμμετέχουν στην Ε.Ε..

    Είτε στην Ευρώπη των 15 είτε των 25 είτε στην Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια, καθοριστικός παράγων στη νέα ευρωπαϊκή και παγκόσμια πραγματικότητα είναι η Ευρώπη. Όχι ως άθροισμα κρατών «ατάκτως εριμμένων» ή ως σύνολο ψηφίδων που όμως δε συνθέτουν με αρμονία ένα όμορφο ψηφιδωτό. Αλλά ως πολιτική, οικονομική, ηθική δύναμη με κοινή βούληση, οράματα και προοπτικές, που θα ενισχύει και θ” αναπαράγει τη σύνθεσή της και θ” αποτρέπει όλες τις φυγόκεντρες τάσεις.

    Έχουν εκφραστεί αμφιβολίες από πολλούς για το  αν η Ένωση μετεξελίσσεται σε Ενότητα. Η ευρωπαϊκή ενότητα έχει επιτελεστεί και εμπλουτίζεται διαρκώς, μέσω οικονομικών και νομικών διαδικασιών. Την οικονομική ενοποίηση που σηματοδοτήθηκε με την ευρωπαϊκή τράπεζα και το Ευρώ, την διαδέχεται το ευρωπαϊκό Σύνταγμα, το οποίο δε μπορεί βέβαια ν” αποτελέσει τον τελικό στόχο αλλά μόνο το σταθμό σε μια κοινή πορεία πολιτισμού, προόδου και ευημερίας όλων των λαών της.

    Οι μέχρι τώρα διαδικασίες αποτελούν έργο είτε εμπνευσμένων ηγετικών μορφών είτε τεχνοκρατών  και γραφειοκρατών των Βρυξελλών. Δυστυχώς απουσιάζουν ακόμα οι διανοούμενοι, οι ακαδημαϊκοί, οι καλλιτέχνες που θα εκφράζουν τους λαούς τους στην ενωμένη Ευρώπη. Κάποιοι ίσως νομίζουν ότι αρκούν οι διαγωνισμοί της Eurovision  και κάποιοι άλλοι ενθουσιάζονται με την πανευρωπαϊκής εμβέλειας αντιπολεμική-αντιαμερικανική κινητοποίηση.

    Η ευρωπαϊκή ενότητα προϋποθέτει ενότητα σε επίπεδο λαών. Προϋποθέτει ενότητα σ” επίπεδο αξιών, οραμάτων και πολιτικού προγραμματισμού. Προϋποθέτει κοινούς αγώνες των ευρωπαϊκών λαών, που θα υποκαταστήσουν στη μνήμη και τη συνείδηση  τους, τις μεταξύ τους διχόνοιες του παρελθόντος. Κοινούς αγώνες για μια δίκαιη παγκόσμια έννομη τάξη, για ένα κοινό κοινωνικό πρότυπο, για την επιδίωξη της ειρήνης, της δικαιοσύνης και της αλληλεγγύης σε όλο τον κόσμο.

    Οι λαοί της Ευρώπης παραμένοντας υπερήφανοι για την ταυτότητά τους, στοχεύουν σε μία Ευρώπη «ενωμένη στην πολυμορφία της. Το ζητούμενο δε μπορεί να είναι ούτε μια ισχυρότερη κεντρική γραφειοκρατία ούτε η κατάργηση της μνήμης και της ιστορίας. Δε μπορεί να είναι η κατάργηση των γλωσσών  και η υποκατάστασή τους από μια αγγλίζουσα εσπεράντο, όπως ορισμένοι ανόητα και επιπόλαια ευαγγελίζονται.

    Το ζητούμενο είναι ο εμπλουτισμός της ιστορικής μνήμης με τη συμμετοχή των λαών στο χτίσιμο της Νέας Ευρώπης. Αυτό θα επιτελεστεί μέσα από την αναγέννηση της πολιτικής Δημοκρατίας και της συμμετοχής σε κόμματα εθνικής και ευρωπαϊκής εμβέλειας.

    Παράλληλα, η επιβίωση, η αναγνώριση και ο γόνιμος διάλογος των τοπικών πολιτισμών μεταξύ τους, θα αποτρέψει τη μετατροπή των ευρωπαίων πολιτών σε τηλεκατευθυνόμενη μάζα καταναλωτών μαζικά παραγόμενων πολιτιστικών προϊόντων. Πολυπολιτισμική Ευρώπη, σημαίνει αναγνώριση των διαφορών και όχι ισοπεδωτική ομογενοποίηση. Ο αγώνας για μια Ευρώπη ηθική και πολιτιστική υπερδύναμη προϋποθέτει την ανάληψη της ιστορικής ευθύνης των λαών της, να προσφέρουν τον καλύτερο εαυτό τους, τις καλύτερες από τις δυνάμεις τους.

    Ο αγώνας για μια Ευρώπη πρωταγωνιστή στο χτίσιμο ενός κόσμου ισηγορίας, ισονομίας, ισοπολιτείας λαών και πολιτισμών περνάει μέσα από τον αγώνα για την επιβίωση της εθνικής και  πολιτιστικής ταυτότητας ενός εκάστου λαού.

    Έτσι πέρα από τη διεκδίκηση κονδυλίων στην αγροτική πολιτική έχουμε δικαίωμα και χρέος να διεκδικήσουμε ένα σεβαστό ρόλο στην πολιτιστική, ερευνητική και εκπαιδευτική στρατηγική της Ευρώπης. Ακόμα στη μεσογειακή της πολιτική.

    Τα χρήσιμα υλικά με τα οποία θα χτιστεί η ενωμένη Ευρώπη  είναι οι διαφορές και οι ιδιαιτερότητες κάθε λαού. Αρκεί να γνωρίζουμε και να μπορούμε να εναρμονίζουμε της διαφορές μας με σκοπό το κοινό μέλλον .

    Για τον καθένα των 25 η δυνατότητα της ευρωπαϊκής του προσφοράς δοκιμάζεται πρώτιστα και κυρίαρχα στον τόπο του.

     

Page 3 of 3123